31 Μαΐου 2010

ΞΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΜΟΥ ΤΗΝ ΠΟΛΗ


Είμαι Αθηναίος. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Ο πατέρας μου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αγαπώ αυτήν την πόλη, με τα καλά και τα κακά της. Δρομάκια, μονοκατοικίες, μπάλα και ξεγνοιασιά. Τσακωμοί στο σχολείο, σκουπίδια από τις απεργίες και άγχος για το διάβασμα. Οι αναμνήσεις μου ξεχειλίζουν Αθήνα.

Χρόνια πριν κυκλοφορούσα πολύ στο κέντρο. Ήμουν πιτσιρικάς, αυτοκίνητο δεν είχα και χρησιμοποιούσα το λεωφορείο, για φροντιστήρια, βόλτες και ψώνια. Στο λεωφορείο σκεφτόμουν πολύ. Το κορίτσι που έπιασε την ματιά μου στο δρόμο, οι εξετάσεις, οι γονείς μου, το μέλλον. Μου άρεσε μπορώ να πω. Ήταν η στιγμή της περισυλλογής με συνοδεία τον μονότονο ήχο της μηχανής και το ξεφύσημα της πόρτας όταν ανοιγόκλεινε…

Χθες το βράδυ 30 Μαΐου 2010. Η ώρα περίπου 10:30. Βρίσκομαι στην Ομόνοια. Το τρένο δεν λειτουργεί και πηγαίνω για το λεωφορείο. Προορισμός μου η πρώτη στάση στην 3ης Σεπτεμβρίου, η πλατεία Λαυρίου.

Περπατώ και διασχίζω την πλατεία Ομονοίας. Παντού ξένοι. Έχω στον ώμο περασμένη την φωτογραφική μου μηχανή μέσα σε θήκη, και στην πλάτη μία τσάντα. Κάποιοι από αυτούς με κοιτούν περίεργα.

Κοντά σε ένα περίπτερο, ένας μελαψός, κοντός με κοιτάει καθώς περνώ από δίπλα του.

Διασταυρώνονται τα βλέμματα μας και μόλις τον προσπερνώ τον ακούω να δίνει το σύνθημα. Τρία παλαμάκια. Αρχίζει να με ακολουθεί και νιώθω ότι υπάρχει και από αλλού κινητικότητα. Χωρίς να γυρίσω αλλάζω κατεύθυνση και επιταχύνω το βήμα μου. Γυρίζω ελαφρά το κεφάλι μου και εξακολουθώ να τον βλέπω να ακολουθεί. Αντιλαμβάνομαι ότι αν με προλάβουν στο κέντρο της πλατείας δεν θα τους ενοχλήσει κανείς. Κανένα αυτοκίνητο δεν θα σταματήσει. Κανένας δεν θα με βοηθήσει. Η αστυνομία δεν υπάρχει. Αν έχουν μαχαίρι ενστικτωδώς θα αντισταθώ και ποιος ξέρει, ίσως να μην γυρίσω σπίτι απόψε. Υπολογίζω και περνάω το φανάρι ίσα ίσα ώστε τα αυτοκίνητα να τους κόψουν την φόρα. Δεν τον ξαναείδα. Προφανώς επέστρεψε στο "πόστο" του περιμένοντας το επόμενο θύμα.

Κατευθύνομαι προς την στάση. Παντού ξένοι.

Φτάνω στη στάση και μετράω. 7 Αφρικανοί. 6 Αλβανοί, 2 άλλοι με μακριά λιγδιασμένα μαλλιά, 4-5 Ρουμάνοι ή Βούλγαροι, και καμιά δεκαριά ακόμη Πακιστανοί και λοιποί μελαψοί. Υπάρχουν και 2 Έλληνες, και οι 2 πρεζόνια. Ένας Έλληνας σκέφτομαι, είμαι μόνος μου! Πίσω μου οι Αφρικανές πόρνες κάνουν πιάτσα. Κάποιοι κινούνται μπροστά και πίσω μου και με κοιτούν. Προσέχω. Γυρίζω πίσω, στέκομαι με πρόσωπο στην πλατεία και κοιτάζω. Είναι παντού.

Mπαίνω στο λεωφορείο μαζί με 6-7 από αυτούς. Ο ήχος που κάνει το μηχάνημα των εισιτηρίων ακούγεται μόνο μία φορά. Κανείς τους δεν χτύπησε εισιτήριο. Μόνο εγώ. Το λεωφορείο γεμάτο ξένους. Οι Αφρικανοί έχουν μαζί τους μεγάλες μαύρες τσάντες και σακούλες σκουπιδιών δεμένες με ιμάντες πάνω σε καροτσάκια. Πιάνουν το μισό λεωφορείο. Βλέπω δύο κυρίες να συζητούν και έναν νεαρό να μιλάει στο τηλέφωνο Ελληνικά. Μαζί με τον οδηγό είμαστε 5 Έλληνες στα 50 άτομα. 10%

Όταν κατεβαίνουν οι Αφρικανοί συναντούν άλλους ομοεθνείς τους και τους χαιρετούν. Οι διαδρομές τους συγκεκριμένες.

Καθώς το λεωφορείο αδειάζει, μου έρχονται στο μυαλό εικόνες από το παρελθόν. Τότε που βυθιζόμουν στις σκέψεις μου, και το βράδυ κοιμόμουν με ανοιχτά παράθυρα.

Χθες το βράδυ ένοιωσα βαθιά στο πετσί μου ότι δεν είναι αυτοί οι ξένοι. Είμαι ΕΓΩ ο ΞΕΝΟΣ και φοβάμαι. Ξένος στην ίδια μου την πόλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου